Επί σκηνής …

Νικολετσέα Χρ. Γεωργία, Επί σκηνής … (Ποιητική συλλογή), Πάτρα, 2017 (σελ. 50).


ΙΙ (απόσπασμα)


Έσπρωξε απαλά την πόρτα που υποχώρησε χωρίς κανένα τρίξιμο.
Την άγγιξε η μυρωδιά από τα παλιά κοστούμια, τα φορέματα εποχής, τα φτερά, τα καπέλα, τις απομιμήσεις πανοπλίας, τα κέρινα άνθη, τη σκόνη του θεάτρου, τη σκόνη της μνήμης, το χνάρι των περασμένων ρόλων, την εξάρτηση παλαιών θαυμαστών
που στο μεταξύ γέρασαν ή πέθαναν.
Την συνεπήρε η αίσθηση της απόλυτης εξοικείωσης με το χώρο, με τα αντικείμενα, με τις αναπνοές των ηρώων που έρχονταν να περάσουν εδώ τη νύχτα μετά την παράσταση, να κουρνιάσουν μέσα στα ρούχα που τους ανήκαν και άθελά τους δάνεισαν στους ηθοποιούς για να τους ενσαρκώσουν ή ακόμα καλύτερα
να τους καταναλώσουν επί σκηνής…
Τους άκουγε· τους αφουγκραζόταν να παράγουν οξείς τρωκτικούς ήχους, καθώς τρύπωναν στα πουκάμισα, ή την ώρα που προσπαθούσαν να κουμπώσουν τα σακάκια και να χτενίσουν στους μισοσκότεινους καθρέφτες τα μαλλιά.
Συνειδητοποιούσε την επικυριαρχία της πάνω τους. Με αυτοπεποίθηση τους αποσπούσε από τις σκονισμένες φωλιές τους, τους έντυνε με σάρκα, νευρώνες, βραχίονες, οστά, εκφράσεις, αισθήματα….
Τους οδηγούσε στη σκηνή, κάτω από τους δυνατούς προβολείς, τους παρέδιδε στο κοινό (πότε για να τους γνωρίσει και πότε για να τους αναγνωρίσει) για να ανακτήσουν ό, τι το σκοτάδι τους στέρησε: βάρος, παλμό, αυταξία…

ΙΙΙ (απόσπασμα)


Η θεατρίνα άπλωσε το χέρι.

Πάνω στον τοίχο του σκηνικού ένα μεγάλο, ευδιάκριτο καρφί
Πάνω στο καρφί κρεμασμένος και άψυχος έ ν α ς ρόλος.

Την ώρα που τον περνούσε στους ώμους της, έγειρε μπροστά το κεφάλι και λύγισε τα γόνατα.

Τα μαλλιά της άγγιξαν ελαφρά τα σανίδια του πατώματος και σήκωσαν ένα μικρό σύννεφο σκόνης…

Έκλεισε τα μάτια. Η αναπόληση ήδη την ταξίδευε. Λογιών-λογιών αναμνήσεις (η κινητήρια δύναμή της, πριν από κ ά θ ε παράσταση) είχαν απλώσει τα λεπτά τους νήματα πάνω στα μέλη της.

Παρά τα πόδια, τα ριζωμένα στο ξύλινο πάτωμα,
η φυγή αναπόφευκτη.




V [απόσπασμα]


Η θεατρίνα ίσιωσε αργά, πολύ αργά, με τελετουργική σχεδόν βραδύτητα τις πτυχώσεις στη φούστα της.
Απολάμβανε την αυστηρότητα των γραμμών, τη στρατιωτική τους αυτοπειθαρχία, την αντίθεσή τους με το αιθέριο ύφασμα.

Τις έβαλε μία προς μία στη σειρά· καθεμιά τους
έπρεπε να κλειδώνει μες την επόμενη.

Άθελά της, τις παρέβαλε με τις αρθρώσεις της σανιδένιας σκηνής· κι εκεί,
κάθε αρμός κλείδωνε μέσα στον επόμενο.
Το συνταίριασμά τους, σκέφτηκε,
σημαίνει ισορροπία· ισορροπία και ασφάλεια.


VI (απόσπασμα)


Μόλις τελείωσε η παράσταση,
με το που έσβησαν τα φώτα,
πέταξε το ρόλο στο πάτωμα (σαν ένα παλιό διάτρητο παλτό που δεν την προστατεύει πια από το κρύο).

Το βλέμμα της καρφώθηκε στα μικρά γυάλινα ζώα απέναντί της. Της φάνηκε πως οι σκιές τους είχαν απορροφήσει
τη θλίψη της πρωταγωνίστριας, τα κατασπαραγμένα όνειρα ή τις ανθρωποβόρες νευρώσεις (που είχαν παγώσει το κοινό).
Μέχρι πριν από λίγο αντανακλούσαν το φως και το αυγάτιζαν· χιλιάδες μικρές πολύχρωμες κι αυθόρμητες λάμψεις συμπλήρωναν ευφυώς το σκηνικό του θεάτρου.
Το κοινό μαγνητιζόταν από το παιχνίδι των χρωμάτων και τις νότες του βιολιού που ξεχύνονταν από τις κουίντες.
Σαγήνη διαπότιζε τα πάντα: το παχύ χαλί, τα βελούδινα καθίσματα, τις μυρωδιές από γαρδένια που φόραγαν στο πέτο οι ταξιθέτριες, τις θερμοκρασίες εξάχνωσης που προκαλούσαν οι προβολείς, το βλέμμα της θεατρίνας, (μόλις αναμετρήθηκε με το αισθητικό ανάστημα του κοινού), τη στιγμή που άνοιξε η αυλαία…
Μια γυναίκα, αντιμέτωπη με το πεπρωμένο της· μια μάνα που μεθοδικά καταβροχθίζει τα παιδιά και τις σάρκες της, μια θεατρίνα που μεταλλάσσει τα θραύσματα του Γυάλινου Κόσμου της σε έναν ακέριο αστραφτερό καθρέφτη συνειρμών.
Το κοινό ρίγησε. Είχε πληρώσει εισιτήριο για να απολαύσει μια καλή παράσταση, όχι για να βυθιστεί σε μια μακάβρια αναζήτηση της χαμένης του αυτοσυνειδησίας.
Γι’ αυτό, εκείνο το βράδυ, το κουφάρι του ρόλου, ξεκοιλιασμένο πάνω στο σανιδένιο πάτωμα, θύμιζε αδέσποτο που χτυπήθηκε στην εθνική.
Ήξερε βέβαια πως δεν χρειαζόταν σε τίποτα πια
το ρόλο· ήταν ο ρόλος.
Όταν για πολύ καιρό ενδύεσαι ένα χαρακτήρα,
κάθε ώρα,
κάθε μέρα,
κάθε λεπτό
σε φέρνει ένα βήμα πιο μπροστά, ένα ακόμα βήμα πιο κοντά στην κατάκτηση του στόχου, στη μοιραία αποκάλυψη: το ρόλο τον κατακτάς,
όταν πλέον Εκείνος πρώτα σε κατακυριεύσει.

Είμαι ο ρόλος· σκέφτηκε (χωρίς η συνειδητοποίηση αυτή να την ταράξει ή να την γεράσει καθόλου).
Είμαι μια ατελείωτη σειρά ρόλων, μια αλυσίδα βιωμάτων, μια θύελλα συναισθηματισμού, μια δίνη συνειρμών.
Ένα πολύτιμο κεφάλαιο εμπιστεύτηκε στα διάφανά μου χέρια ο χρόνος, ένα κεφάλαιο που θα ξεστράτιζε κάθε τυχαίο, κάθε κοινό άνθρωπο. Θα έχανε το δρόμο ή το νου, θα λύγιζε κάτω από το βάρος της ευθύνης ή του τρόμου. Ενώ εγώ ως θεατρίνα όχι!

Με αυτοπεποίθηση που διαπερνούσε τα όρια της αυταρέσκειας άρχισε να διευθύνει την ορχήστρα των ήχων, των χρωμάτων και των αρωμάτων του θεάτρου της.

Η ζωή της όλη μια διαδρομή,

από τη μια έως την άλλη άκρη του ρόλου.




























Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ: ΣΥΝΘΕΣΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΝΕΩΤΕΡΙΣΜΟΥ

CONNAISSANCE HELLENIQUE / Ο ΛΥΧΝΟΣ

ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟΝ ΗΡΟΔΟΤΟ: ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΕΚΤΕΛΕΣΜΕΝΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

Ο ΜΙΤΟΣ ΤΩΝ ΑΤΡΕΙΔΩΝ